Tag Archives: #biopolitics

[*Corpus; abstracts #9]

ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ #9

Περιοδικό

Ιστορία της Τέχνης

Corpus

Κώστας Ιωαννίδης

Φωτογράφιση μουσουλμάνων κρατουμένων στις Κέντρικές Φυλακές Σμύρνης (1919-1922): εκσυγχρονισμός, γραφειοκρατία, βιοπολιτική και οι αποτυχίες τους

Από τον Οκτώβρη του 1919 μέχρι τον Αύγουστο του 1922 η Ύπατη Αρμοσεία της Σμύρνης οργάνωσε και έθεσε σε λειτουργία έναν μηχανισμό φωτογραφικής καταγραφής των ανδρών μουσουλμάνων κρατουμένων. Η έκταση του εγχειρήματος παρέμεινε χωρίς προηγούμενο και χωρίς αντίστοιχη συνέχεια στα χρονικά της ελληνικής διοίκησης μέχρι και τα μεταπολεμικά χρόνια. Το υλικό που φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Κεντρική Υπηρεσία) και τελεί υπό ταξινόμηση απαρτίζεται από 2000 περίπου φωτογραφίες, 48 βιβλία και 286 φακέλους. Στην παρούσα μελέτη διερευνώ τις ανάγκες που ένας τέτοιος μηχανισμός κλήθηκε να εξυπηρετήσει με βάση τα θεωρητικά πρότυπα στα οποία στηρίχτηκε (το έργο του Alphonse Bertillon και του Francis Galton). Διαπιστώνεται ότι η συγκεκριμένη αρχειακή ενότητα αποκλίνει σε κρίσιμα σημεία από τις συνήθεις, κυρίως φουκωικές, εννοιολογήσεις των μηχανισμών του είδους της. Επιλέγοντας να αντιμετωπίσω ισοβαρώς τις φωτογραφικές εικόνες και τα κείμενα από την καθημερινή γραφειοκρατική ρουτίνα της φυλακής, όλα αυτά συνδεόμενα στενά μεταξύ τους, επιχειρώ να βάλω τις βάσεις για μια φαινομενολογική ανάγνωση του υλικού με τη μορφή ενός μνημείου. Για λόγους που διερευνώ η δομή που οργανώθηκε στις Κεντρικές Φυλακές της Σμύρνης απέτυχε τελικά να λειτουργήσει σύμφωνα με τους σχεδιασμούς και εμφανίζεται σήμερα στα μάτια μας σαν μια ενότητα με επενέργεια στο θυμικό. 

Ο Κώστας Ιωαννίδης είναι επίκουρος καθηγητής θεωρίας και κριτικής της τέχνης στην ΑΣΚΤ. Έχει δημοσιεύσει μελέτες πάνω στην ιστοριογραφία και την κριτική των εικαστικών τεχνών και της φωτογραφίας σε συλλογικούς τόμους και επιστημονικά περιοδικά, τα βιβλία Σύγχρονη Ελληνική Φωτογραφία: Ένας Αιώνας σε Τριάντα Χρόνια (futura, 2008), Μία “Υπερόχως Νόθος Τέχνη: Ποιητικές της Φωτογραφίας. Τέλη 19ου-αρχές 20ου αιώνα (futura, 2019) και μαζί με την Εμμανουέλα Κάντζια το Τρεις εν Πλω (ΜΙΕΤ, 2018). Την τελευταία τριετία μελετά το αρχειακό υλικό από τις Κεντρικές Φυλακές της Σμύρνης (1919-1922) που περιέχει φωτογραφίες περίπου 2000 μουσουλμάνων κρατουμένων. Την έρευνα αυτή θα συνεχίσει στις ΗΠΑ ως υπότροφος του Ιδρύματος Clark το καλοκαίρι του 2021. [ionkostas@yahoo.com]

 

Μιχάλης Χατζηδάκης

“De ludo scaccorum”. Ερμηνευτικές αναγνώσεις της απεικόνισης του σκακιστικού παιχνιδιού στη δυτικοευρωπαϊκή τέχνη (I)

H παρούσα μελέτη επιχειρεί να προσφέρει μια σειρά ερμηνευτικών αναγνώσεων της παρουσίας του σκακιστικού μοτίβου στη δυτικοευρωπαϊκή τέχνη του Μεσαίωνα της Αναγέννησης και του Μπαρόκ. Οι ιεραρχικές δομές που διέπουν το σκακιστικό παιχνίδι, προσφέρονταν ανέκαθεν για τη συγκρότηση μοντέλων μεταφορικής ερμηνείας, με συμβολικές-αλληγορικές, κοινωνιολογικές, ηθικοπλαστικές, θρησκευτικοπολιτικές αλλά και κοσμολογικές αναφορές. Η διπολικότητα άσπρου-μαύρου και ο δυαδικός αγωνιστικός-πολεμικός χαρακτήρας του παιχνιδιού -με την αποκλειστική αρωγή σε αντίθεση με άλλα τυχερά παιχνίδια- της κριτικής σκέψης, έμελλε να καταστήσουν το σκακιστικό μοτίβο ως ένα πρόσφορο και ιδιαίτερα δημοφιλές θέμα για αναστοχασμό πάνω σε ευρύτερα θεμελιώδη ζητήματα που αφορούν την παροδικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης (memento mori) την (αιώνια) ερωτική πάλη αρσενικού-θηλυκού και στο πεδίο της πολιτικής εικονογραφίας την πολεμική επικράτηση σε περιόδους έντονων θρησκευτικοπολιτικών εντάσεων καιτην ιεραρχική δόμηση του κοινωνικού οικοδομήματος στην αναζήτηση ενός ορθότερου και δικαιότερου μοντέλου (απολυταρχικής) διακυβέρνησης.

Ο Μιχάλης Χατζηδάκης είναι μεταδιδακτορικός επιστημονικός συνεργάτης στο DFG-Projekt «Bildkritik und pragmatische Bildkultur im europäischen Mittelalter. Die Libri Carolini und die karolingische Bildkunst“ στο Institut für Bild- und Kunstgeschichte στο Humboldt Universität zu Berlin. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιστρέφονται γύρω από την τέχνη του Μεσαίωνα, της Ιταλικής Αναγέννησης και του Μπαρόκ, με ιδιαίτερη έμφαση στο πεδίο της πρόσληψης και μεταμόρφωσης της αρχαιότητας κατά την περίοδο της άνθησης των αρχαιογνωστικών σπουδών. Είναι συγγραφέας της μελέτης Ciriaco d’ Ancona und die Wiederentdeckung Griechenlands im 15 Jh., Πέτερσμπεργκ, Imhof Verlag 2017 [michail.chatzidakis@culture.hu-berlin.de].

 

Νίκος Δασκαλοθανάσης

Μέγεθος και κλίμακα: μνημείο, μνήμη και μνημειακότητα στην αμερικανική μεταμινιμαλιστική γλυπτική

Η παρούσα ανακοίνωση διερευνά την έννοια του μεγέθους ως βασική παράμετρο της μνημειακότητας. Εδώ υποστηρίζεται ότι στην μετα-μεσαιωνική καλλιτεχνική παράδοση η έννοια του μεγέθους ορίζεται σε σχέση με το ανθρώπινο μάτι ως όργανο οπτικής αντίληψης: ένα έργο τέχνης είναι μνημειακό εάν το μέγεθός του προσεγγίζει το σημείο του ανθρώπινου σώματος όπου βρίσκεται ο ανθρώπινος οφθαλμός, δηλαδή εάν η κατακόρυφη διάσταση του είναι πάνω από 1,60 μέτρα περίπου. Αυτή η συνθήκη επιβάλλεται στη δυτική γλυπτική μέχρι τη δεκαετία του εξήντα, όταν μια νέα γενιά καλλιτεχνών, οι μινιμαλιστές, αμφισβήτησαν την οπτική διάσταση της μνημειακότητας υπέρ μιας νέας αντίληψης του μεγέθους, βασισμένης όχι πλέον στην αντίληψη του ακίνητου ματιού αλλά, τώρα, στη φαινομενολογική σύλληψη του κινούμενου σώματος. Οι μεταμινιμαλιστές διερεύνησαν αυτή την ιδέα μέσω της δημιουργίας τεράστιων έργων σε απομονωμένα μέρη, τα οποία εκτείνονται όχι κάθετα αλλά οριζόντια, με τρόπο που μετατρέπει την παθητική πρακτική της όρασης σε μια ενεργή εμπειρία του σώματος. Ταυτόχρονα, οι μεταμινιμαλιστές αμφισβήτησαν τη λειτουργία του μουσείου ως τόπου ενατένισης οπτικών «αγαθών». Όμως εντέλει, το θεσμικό πλαίσιο κατόρθωσε να ενσωματώσει εκ νέου τούτα τα έργα μέσα από τεχνικές του θεάματος και να μετατρέψει τον επισκέπτη τους σε φιλότεχνο τουρίστα, του οποίου το σώμα μοιάζει να συνθλίβεται από το υπερφυσικό πλέον μέγεθος του περιβάλλοντος που δημιουργήθηκε από τον καλλιτέχνη. Κατά τη δεκαετία του ’90 τα ιδρύματα τέχνης προσαρμόστηκαν κατάλληλα στη νέα εμπειρία του μεγέθους και της μνημεικότητας με τη δημιουργία τεράστιων μουσειακών χώρων όπου γιγαντιαία έργα τέχνης μοιάζει να μιμούνται από την άποψη της κλίμακας ‒και με συμβολικό τρόπο– τη συνεχώς επεκτεινόμενη διάσταση του οικονομικού κεφαλαίου των χορηγών τους.